Στο φως νεα μελέτη, συνδέει τις δίαιτες χαμηλών θερμίδων και τα προγράμματα αντικατάστασης γευμάτων με την επιδείνωση των λειτουργιών της καρδιάς.

Τον τελυταίο καιρό έχει ξεσπάσει μια συζήτηση σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους και τα οφέλη των προγραμμάτων δίαιτας πολύ χαμηλών σε θερμίδες (VLCDs) και των προγραμμάτων αντικατάστασης γευμάτων, αφού τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν σε ένα ευρωπαϊκό συνέδριο πρότειναν ότι θα μπορούσαν να προκαλέσουν προσωρινή επιδείνωση των καρδιακών λειτουργιών.

H έρευνα που χορηγήθηκε από το British HeartFoundation και παρουσιάστηκε στο CMR 2018 στη Βαρκελώνη, χρησιμοποίησε μαγνητική τομογραφία (MRI) για να διερευνήσει τις επιπτώσεις μιας δίαιτας πολύ χαμηλής σε θερμίδες στη λειτουργία της καρδιάς και την κατανομή του λίπους στην κοιλιακή χώρα, στο συκώτι και στον καρδιακό μυ.

Η μελέτη , που έγινε με επικεφαλή την Δρ. Τζένιφερ Ράινερ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, υποδεικνύει ότι οι εξαντλητικές δίαιτες μπορούν να επιδεινώσουν προσωρινά τη λειτουργία της καρδιάς μετά την πρώτη εβδομάδα. Ωστόσο, τα δεδομένα έδειξαν βελτιώσεις στην καρδιακή λειτουργία κατά την όγδοη εβδομάδα  της μελέτης.

‘’Οι express δίαιτες , που ενίοτε χαρακτηρίζονται από προγράμματα αντικατάστασης γεύματος, έχουν γίνει όλο και πιο μοντέρνες τα τελευταία χρόνια, ‘’  δήλωσε ηRayner.

‘’Αυτές οι δίαιτες έχουν πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες (από 600 έως 800 kcal) την ημέρα και μπορεί να είναι αποτελεσματικές για την απώλεια βάρους, τη μείωση της αρτηριακής πίεσης και την αναστροφή του διαβήτη, ‘’ πρόσθεσε. Αλλά οι συνέπειες  που έχουν στην καρδιά δεν έχουν μελετηθεί μέχρι τώρα.

‘’Aν έχετε καρδιακά προβλήματα, θα πρέπει να συμβουλευτείτε το γιατρό σας προτού προχωρήσετε σε μία δίαιτα που είναι χαμηλή σε θερμίδες ή ακόμα και σε νηστεία. Τα άτομα με καρδιακό πρόβλημα θα μπορούσαν να επιδεινώσουν την κατάσταση τους από την αρχή, οπότε η δίαιτα πρέπει να εποπτεύεται. ‘’

Ωστόσο, ο καθηγητής Anthony Leeds, που είναι υπεύθυνος για τις δίαιτες πολύ χαμηλών θερμίδων (VLCD), σημείωσε ότι η προηγούμενη έρευνα, συμπεριλαμβανομένης μιας πλήρους κλινικής δοκιμής γνωστής ως «cut-it-trial», έδειξε αποτελεσματική απώλεια βάρους και βελτιωμένη καρδιακή λειτουργία.

‘’Θα δεχτώ όποιες επιστημονικές μελέτες μας βοηθήσουν να συνεχίσουμε να παρέχουμε VLCDs και LCDs (δηλαδή δίαιτες πολύ χαμηλών και χαμηλών θερμίδων) με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα, ‘’ είπε ο Leeds.

Πρόσθεσε δε, ότι οι δίαιτες με πολύ χαμηλές θερμίδες έχουν οφέλη και δεν χρειάζεται να αποφεύγονται – ειδικά σε υγιείς ανθρώπους.

‘’Οι υγιείς άνθρωποι μπορεί να μην παρατηρήσουν την αλλαγή στην καρδιακή λειτουργία στα πρώτα στάδια, ‘’ είπε. ‘’Ωστόσο, απαιτείται προσοχή σε άτομα με καρδιακές παθήσεις.’’

Μελέτη του Oxford

Η νέα μελέτη περιελάμβανε 21 παχύσαρκους εθελοντές με μέση ηλικία 52 ετών και μέσο δείκτη σωματικής μάζας 37 kg / m2.

Οι συμμετέχοντες κατανάλωναν μια δίαιτα πολύ χαμηλών θερμίδων από 600 έως 800 kcal ανά ημέρα για οκτώ εβδομάδες. Το MRI πραγματοποιήθηκε στην αρχή της μελέτης και πάλι μετά την πρώτη και όγδοη εβδομάδα.

Μετά από μια εβδομάδα, το συνολικό σωματικό λίπος, το σπλαχνικό λίπος και το λίπος στο ήπαρ μειώθηκαν σημαντικά κατά μέσο όρο κατά 6%, 11% και 42%, αντίστοιχα.

Αυτό συνοδεύτηκε από σημαντικές βελτιώσεις στην αντίσταση στην ινσουλίνη, στην  ολική χοληστερόλη, στα τριγλυκερίδια, στο σάκχαρο και στην αρτηριακή πίεση.

Ωστόσο, στους συμμετέχοντες, μετά από μία εβδομάδα, η περιεκτικότητα σε λίπος στην καρδιά αυξήθηκε κατά 44%.

Σε οκτώ εβδομάδες, η περιεκτικότητα και η λειτουργία του λίπους στην καρδιά είχε βελτιωθεί σε σχέση με αυτό που ήταν στην αρχή της δίαιτας  και όλες οι άλλες μετρήσεις, συμπεριλαμβανομένου του σωματικού λίπους και της χοληστερόλης, συνέχιζαν να βελτιώνονται, δήλωσε η ομάδα.

‘’Oι μεταβολικές βελτιώσεις που γινόντουσαν ακλουθώντας τη δίαιτα με πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες, όπως η μείωση του  λίπους στο ήπαρ και η αναστροφή του διαβήτη, αναμενόταν να βελτιώσουν την καρδιακή λειτουργία, δήλωσε ηRayner. Αντ ‘αυτού, η λειτουργία της καρδιάς χειροτέρευε την πρώτη εβδομάδα πριν αρχίσει να βελτιώνεται’’.

‘’H απότομη πτώση των θερμίδων προκαλεί την απελευθέρωση του λίπους από τα διάφορα μέρη του σώματος στο αίμα και την απορρόφηση του από τον καρδιακό μυ‘’, σημείωσε.

‘’O καρδιακός μυς προτιμά να επιλέξει μεταξύ  του λίπους  ή της ζάχαρης  ως καύσιμο και καθώς κατακλύζεται από το  λίπος έχει ως αποτέλεσμα την επιδείνωση της  λειτουργίας  του. Μετά την οξεία περίοδο στην οποία ο οργανισμός προσαρμόστηκε σε δραματικούς περιορισμούς θερμίδων, η περιεκτικότητα λίπους  και η λειτουργία της καρδιάς βελτιώθηκαν.’’

Οι οδηγίες λοιπόν σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές δίαιτας πολύ χαμηλών θερμίδων θα πρέπει να βασίζονται σε εκτεταμένες, στατιστικά εύρωστες κλινικές δοκιμές πλήρους κλίμακας.

Τέλος, χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να ανακαλυφθεί ο αντίκτυπος της βραχυπρόθεσμης μείωσης της λειτουργίας της καρδιάς, αφού σε άτομα με υπάρχοντα καρδιακά προβλήματα, μια τέτοια δίαιτα μπορεί να επιδεινώσει την κατάστασή τους – για παράδειγμα, να επιδεινώσει τα συμπτώματα της καρδιακής ανεπάρκειας όπως η δύσπνοια ή να αυξήσει τον κίνδυνο αρρυθμίας.

Παναγιώτα Βαρσαμά

Διαιτολόγος-Διατροφολόγος