Η διαχείριση του σωματικού μας βάρους είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, κατά την οποία αλληλεπιδρούν τα στοιχεία της συμπεριφοράς μας με τις ορμονικές, μεταβολικές και γενετικές διεργασίες. Η πρόσληψη και η κατανάλωση ενέργειας αποτελούν συνέπειες των συμπεριφορικών μας ιδιαιτεροτήτων (π.χ. επιλογή τροφίμου, κατανάλωση φαγητού, παρακολούθηση τηλεόρασης, φυσική δραστηριότητα κ.α.). Η συμπεριφορά αυτή με τη σειρά της επηρεάζεται από την επάρκεια φαγητού, τις διατροφικές γνώσεις, τη συναισθηματική κατάσταση και τις εμπειρίες του ατόμου, το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο που ζει και δρα ο καθένας μας.

Τι όμως προκαλεί την αυξημένη κατανάλωση φαγητού; Υπάρχουν παράγοντες που αντίστοιχα περιορίζουν την ποσότητα που τρώμε; Και αν εντοπιστούν τα αίτια, τι χρειάζεται για να μπορέσουμε να ελέγξουμε τις διακυμάνσεις του βάρους μας;

Γεύση

Έρευνες έδειξαν ότι η πρόσληψη θερμίδων είναι μεγαλύτερη όταν το γεύμα αποτελείται από περισσότερα του ενός τρόφιμα, όταν το φαγητό είναι πιο νόστιμο και όταν είναι πιο ενεργειακά πυκνό (δηλ., όταν έχει προστεθεί μεγαλύτερη ποσότητα μαγειρικού λίπους). Αποτέλεσμα της μεγαλύτερης κατανάλωσης φαγητού είναι η αύξηση του σωματικού βάρους.

Ερεθίσματα

Η θέα και η μυρωδιά του φαγητού μπορούν να αυξήσουν την όρεξη και να προκαλέσουν μεγαλύτερη κατανάλωση φαγητού. Επιπλέον, είναι εύκολο να συνδέσουμε μη διατροφικά ερεθίσματα με το φαγητό, π.χ. αν τρώμε μπροστά στην τηλεόραση, κάθε φορά που παρακολουθούμε μια εκπομπή θα ψάχνουμε φαγητό να φάμε. Η έκθεση σε ανάλογα ερεθίσματα, από μόνη της, προωθεί παραγωγή σάλιου, αλλαγές στα επίπεδα του σακχάρου και μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην κατανάλωση φαγητού.

Προτίμηση

Οι διατροφικές προτιμήσεις αλλάζουν επίσης ως συνέπεια των εμπειριών και της εκμάθησης. Τα τρόφιμα που συνήθως είναι πιο αρεστά, έχουν συνδεθεί με θετικά βιώματα ή συναισθήματα, κάτι που βρίσκει μεγάλη εφαρμογή στα παιδιά. Πρόσφατα δεδομένα υποστηρίζουν ότι η συστηματική έκθεση σε γεύσεις/ οσμές ενισχύουν τη θετική συσχέτιση και προωθούν την αποδοχή π.χ. λαχανικών, όσπριων κ.α. Οι παρατηρήσεις αυτές βοηθούν και στην ερμηνεία της επιβίωσης διαχρονικά του ανθρώπινου είδους: μπροστά στην πιθανή ανεπάρκεια φαγητού, ο άνθρωπος ανέπτυξε ένα ρεπερτόριο συμπεριφορών που μεγιστοποιούσε την κατανάλωση όταν φαγητό ήταν άφθονο και επέτρεπε την επιλογή ασφαλών και ενεργειακά πυκνών τροφίμων.

Στρες

Το άγχος φαίνεται να προκαλεί είτε υπερφαγία είτε υποφαγία (αυξημένη/μειωμένη κατανάλωση φαγητού αντίστοιχα). Υπάρχουν κάποια δεδομένα ότι σε ήπια ένταση το στρες αυξάνει την πρόσληψη τροφής, ενώ σε πιο σοβαρές καταστάσεις καταστέλλει την όρεξη. Επίσης, οι περισσότεροι άνθρωποι εμφανίζουν την τάση να αυξάνουν την κατανάλωση γλυκών και λιπαρών τροφίμων υπό συνθήκες άγχους.

Έτοιμο φαγητό

Παράλληλα με την αύξηση παραγωγής τροφίμων στον αναπτυγμένο κόσμο, έχουν μεταβληθεί και τα κοινωνικά πρότυπα που σχετίζονται με το φαγητό. Τα σνακς, το φαγητό σε πακέτο ή στο δρόμο, η έξοδος για φαγητό σ’ εστιατόριο είναι πλέον συχνά φαινόμενα, που συνεισφέρουν στην πρόσληψη υπερβολικών θερμίδων. Οι μερίδες σερβιρίσματος αυξήθηκαν σημαντικά, δεδομένου του ότι στη θέα μεγαλύτερης μερίδας οι άνθρωποι τρώνε περισσότερο. Επιπλέον, δόθηκε και στα παιδιά περισσότερος έλεγχος στην επιλογή του φαγητού τους, κάτι που οδηγεί στην αύξηση του βάρους τους – πέραν του φυσιολογικού – από μικρή ηλικία.

Συμπεριφορά

Συνοψίζοντας λοιπόν καταλήγουμε ότι η διαχείριση του βάρους είναι μια διαδικασία που επηρεάζεται από πλήθος παραγόντων: διατροφικών, συμπεριφορικών, ψυχολογικών και κοινωνικο-οικονομικών. Καθώς η πληροφόρηση γύρω από διατροφικά θέματα αυξάνεται συνεχώς, γίνεται σαφές ότι η ψυχολογία και η συμπεριφορά μας ως προς το φαγητό διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο. Πρέπει πρώτα να εστιάσουμε στο πρόβλημα του καθενός με το φαγητό και στη συνέχεια, με οδηγό τις ψυχολογικές του ισορροπίες, να τροποποιήσουμε τη διατροφική του συμπεριφορά, βήμα βήμα. Κάτι που προϋποθέτει μακροπρόθεσμη προοπτική, εκπαίδευση και διάθεση για αλλαγή.

Με την απόκτηση όμως των κατάλληλων δεξιοτήτων για τον έλεγχο του βάρους, αυξάνει πάντοτε η αυτοπεποίθηση, η δημιουργικότητα και η αυτοεκτίμηση, ώστε η όλη διαδικασία να μετατρέπεται από «Γολγοθάς» ή «αγγαρεία» σε προσωπική φροντίδα και δημιουργική ενασχόληση. Σκοπός όλων αυτών θα πρέπει να είναι η αποκτούμενη γνώση να εφαρμοστεί και αργότερα, για τη διατήρηση της όποιας απώλειας σωματικού βάρους.

Γιώργος Μίλεσης MSc

Κλινικός Διαιτολόγος – Διατροφολόγος

milesis@diatistrofis.gr