Μια από τις σημαντικότερες αιτίες αύξησης του σωματικού βάρους είναι η κατανάλωση λιπαρών τροφών και ζάχαρης. Άλλωστε, τα γλυκά πρέπει να περιορίσουμε (μεταξύ άλλων) για να διατηρήσουμε το βάρος μας. Τρόφιμα δηλαδή που περιέχουν πολλά λιπαρά και ζάχαρη. Η γλυκιά γεύση φαίνεται σε γενικές γραμμές να ευνοεί την αυξημένη κατανάλωση φαγητού. Πως επηρεάζει όμως η ζάχαρη το αίσθημα κορεσμού;

 

Οι ερευνητές υπέθεσαν ότι η γλυκιά γεύση μπορεί να προκαλέσει υπερβολική κατανάλωση φαγητού πλούσιου σε λιπαρά, αναστέλλοντας την απελευθέρωση της χολοκυστοκινίνης μιας ορμόνης που συμμετέχει στο μήνυμα του κορεσμού.

Μετά από εξάωρη νηστεία, η πρώτη ομάδα υγιών ενηλίκων έφαγαν γιαούρτι εμπλουτισμένο με λίπος, στο οποίο προστέθηκε (ή όχι) ζάχαρη. Η δεύτερη ομάδα κατανάλωσε κατά βούληση, για αρκετές μέρες, κάθε μορφή του γιαουρτιού (με ζάχαρη ή χωρίς) εναλλάξ. Συλλέχθηκε αίμα πριν από το γεύμα και 10, 20, 40, 60 και 90 λεπτά μετά. Έγινε ανάλυση του αίματος για χολοκυστοκινίνη, ινσουλίνη και πεπτίδιο-C. Η όρεξη και ο κορεσμός εκτιμήθηκαν κατά διαστήματα μέχρι και 120 λεπτά μετά το γεύμα.

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως η ζάχαρη στο εμπλουτισμένο με λίπος γιαούρτι ενίσχυσε τα ποσοστά όρεξης κατά τη διάρκεια του γεύματος, μείωσε τον προσδοκώμενο κορεσμό αμέσως μετά το γεύμα, ενώ αύξησε την κατανάλωση κατά 48% στην δεύτερη ομάδα. Η προσθήκη ζάχαρης δεν επηρέασε όμως την αύξηση των ορμονών μετά το γεύμα. Παραμένει όμως πιθανό η έκκριση κεφαλικής φάσης ή η απόκριση του κεντρικού νευρικού συστήματος σ’ αυτές τις ορμόνες να μεταβάλλεται από τη γλυκιά γεύση.

Η ζάχαρη φαίνεται λοιπόν ότι αυξάνει την όρεξη κατά τη διάρκεια του γεύματος και μειώνει τον κορεσμό αμέσως μετά το γεύμα. Είναι πιο εύκολο δηλαδή τα λιπαρά τρόφιμα που περιέχουν ζάχαρη να καταναλωθούν σε μεγαλύτερη ποσότητα.

Γιώργος Μίλεσης, MSc

Κλινικός Διαιτολόγος Διατροφολόγος

georgemiles9@gmail.com

Source

Gibson EL, Latif RH, Laurens A, Nercessian A. Overeating by sweetening a fat-rich food: independence form postingestive cholecystokinin and insulin release (abstract). Appetite 2008;51:340-412