του Δημήτρη Πέτσιου, Κλινικού Διαιτολόγου – Διατροφολόγου MSc

Οι Κυριακές είχαν πάντα κάτι ιερό. Όχι μόνο για το φαγητό, αλλά για το νόημα που κουβαλά το τραπέζι. Οι μυρωδιές άρχιζαν από το πρωί: κρεμμύδι που γλυκαίνει στο τηγάνι, κρέας που σιγοψήνεται, πατάτες που ροδίζουν. Εκείνη η γνώριμη φράση “μύρισε όλο το σπίτι” δεν σήμαινε απλώς ότι ετοίμαζαν το γεύμα, αλλά ότι πλησίαζε η ώρα της συνάντησης. Το φαγητό της Κυριακής δεν ήταν ποτέ πείνα· ήταν ανήκειν. Ήταν η επιβεβαίωση ότι κάπου σε περιμένουν.

Σήμερα, οι ρυθμοί άλλαξαν. Οι Κυριακές έγιναν μέρες δουλειάς, μοναξιάς, ή τηλεοπτικής “παρέας”. Πολλοί δεν έχουν πια αυτό το τραπέζι. Κι όμως, η ανάγκη για κοινό γεύμα δεν έφυγε. Το φαγητό της Κυριακής παραμένει μια υπενθύμιση: ότι η τροφή είναι σχέση. Δεν έχει να κάνει με θερμίδες ή μακροθρεπτικά συστατικά, αλλά με το πώς καθόμαστε απέναντι – ο ένας από τον άλλον ή και μόνοι μας, με επίγνωση.

Από διατροφική σκοπιά, τα κυριακάτικα γεύματα έχουν μια ενδιαφέρουσα ψυχολογική λειτουργία. Μετά από μια εβδομάδα περιορισμών ή προγραμμάτων, ο οργανισμός –και το μυαλό– ζητά συναισθηματική χαλάρωση. Το πλούσιο, “σπιτικό” φαγητό, με λίγο παραπάνω ελαιόλαδο ή ένα γλυκό στο τέλος, λειτουργεί σαν φυσικός ρυθμιστής. Δεν είναι «παρασπονδία», αλλά μέρος της ισορροπίας.
Έρευνες δείχνουν ότι τα κοινά γεύματα μειώνουν τα επίπεδα κορτιζόλης και ενισχύουν την παραγωγή σεροτονίνης — δηλαδή, την αίσθηση ευεξίας. Ακόμα και το ίδιο το περιβάλλον (ο ήχος, οι μυρωδιές, το χρώμα του πιάτου) επηρεάζει τον τρόπο που χορταίνουμε. Όταν τρώμε σε ηρεμία και με παρέα, ενεργοποιείται το παρασυμπαθητικό σύστημα, αυτό που βοηθά τη χώνεψη και την ηρεμία.

Το «φαγητό της Κυριακής» μπορεί, λοιπόν, να γίνει ένα εργαλείο επανασύνδεσης με τη συνειδητή διατροφή. Δεν χρειάζεται να είναι απαραίτητα μακαρόνια με κιμά ή αρνάκι στο φούρνο. Μπορεί να είναι μια μεσογειακή ποικιλία: όσπρια με σαλάτα, ψάρι με λαχανικά, ή ακόμα και ένα πιάτο που θυμίζει παιδικά χρόνια. Σημασία έχει η πρόθεση, όχι η συνταγή.
Το κλειδί είναι να φτιάξεις χώρο — για να φας χωρίς κινητό, χωρίς βιασύνη, με επίγνωση της γεύσης και της συντροφιάς. Να επιτρέψεις στη διατροφή να γίνει εμπειρία, όχι καθήκον.

Κι αν πια δεν υπάρχει οικογενειακό τραπέζι, φτιάξε το δικό σου. Κάλεσε έναν φίλο, φτιάξε μια μικρή συνήθεια της Κυριακής. Ή απλώς κάτσε με τον εαυτό σου και ένα πιάτο που μυρίζει «σπίτι». Γιατί το φαγητό δεν είναι μόνο τροφή· είναι τρόπος να θυμόμαστε ποιοι είμαστε.

Κι όταν τελειώσεις, πριν μαζέψεις τα πιάτα, πες το χαμηλόφωνα:
“Μπράβο μου, που κρατάω χώρο για όσα έχουν ψυχή.”
Στην υγειά σου — και σε όσους μοιράζεσαι τη ζωή σου.